του Θέμη Κοτσιφάκη, ΓΓ του ΔΣ της ΟΛΜΕ
Με γρήγορους
ρυθμούς η κυβέρνηση σπεύδει το τελευταίο διάστημα να «αξιολογήσει» τον
εκπαιδευτικό και τα σχολεία. Δεν ενδιαφέρεται βέβαια με την ίδια σπουδή να
καλύψει όλα τα κενά εκπαιδευτικών, ακόμα και στο τέλος του πρώτου τριμήνου. Δεν
ενδιαφέρεται να βελτιωθούν – αυξηθούν οι δαπάνες για την παιδεία, ή τουλάχιστον
να μην μειώνονται χρόνο με χρόνο. Δεν ενδιαφέρεται για την επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών και παραπέμπει το θέμα διαρκώς στο μέλλον. Ακόμα και τα διαθέσιμα
κονδύλια του ΕΣΠΑ τα σπαταλά σε δράσης προβολής της άθλιας πολιτικής της.
Η κυβέρνηση
καλεί τις εκπαιδευτικές οργανώσεις σε «διάλογο» για την αξιολόγηση, ο διάλογος όμως είναι σικέ, αφού έχει μονομερώς
καθορίσει το πλαίσιο μιας ανελέητης αξιολόγησης, ψηφίζοντας το ν.4024/11, που
όχι μόνο τη συνδέει με το μισθό και το βαθμό των εκπαιδευτικών, αλλά οδηγεί στον
χωρίς όρια ανταγωνισμό των εκπαιδευτικών για το ποιος θα αναδειχθεί «καλύτερος».
Η θεσμοθέτηση ποσοστών στους
«προακτέους» εκπαιδευτικούς, είναι σαν να μπαίνει ο εκπαιδευτικός στην
τάξη στην αρχή της χρονιάς και να λέει στους μαθητές «όσο καλοί και να
είσαστε, φέτος θα περάσει μόνο το 50% στην άλλη τάξη»!!
Και βέβαια η
σύνδεση των επιδόσεων των μαθητών με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και η
δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης των σχολείων θα οδηγήσει στην
κατηγοριοποίηση τους σε «καλά» και «κακά» σχολεία και στην ενίσχυση των
διακρίσεων στο αγαθό της μόρφωσης.