Κυκλοφόρησε πρόσφατα το νέο βιβλίο Θέμη Κοτσιφάκη, εκπαιδευτικού της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης (ΤΕΕ) και πρώην προέδρου της ΟΛΜΕ, με τον τίτλο «Από το 04 στο 14. Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση – Διαθέσιμη για διάλυση». Πρόκειται για τη δεύτερη συλλογή άρθρων και σχολίων του Θέμη Κοτσιφάκη με επίκεντρο τα προβλήματα της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης. Είχε προηγηθεί αντίστοιχο βιβλίο με τον τίτλο«1997 και επτά. Η μεγάλη περιπέτεια της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης», του οποίου συνέχεια αποτελεί η παρούσα έκδοση.
Το δεύτερο αυτό πόνημα του Θέμη Κοτσιφάκη καλύπτει τη δεκαετία από το 2004 ως και το 2014.Τι δεκαετία κι αυτή! Μελανή κηλίδα στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, με ακραίες επιπτώσεις στην ποιότητα της ζωής των πολιτών, τρομακτική αύξηση της φτώχειας και της ανεργίας, συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, περιστολή των δικαιωμάτων, θεσμική ανομία, εκποίηση του δημόσιου πλούτου, έκπτωση αξιών και οραμάτων. Ειδικότερα για την εκπαίδευση, σηματοδότησε καταργήσεις και συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων, μείωση του διδακτικού προσωπικού, ανεπάρκεια πόρων και υποδομών, απογύμνωση του σχολείου από βασικές δομές και υπηρεσίες, ενίσχυση των μηχανισμών αυταρχισμού και καταστολής, όξυνση των ανισοτήτων και υποβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης παιδείας.
Και στο πλαίσιο αυτής της εξοντωτικής επίθεσης στην ελληνική εκπαίδευση μια απάνθρωπη μεθόδευση για τον κόσμο της εργασίας, αυτή της διαθεσιμότητας, με συνακόλουθη την απόλυση, έρχεται να πλήξει και προσωπικά τον Θέμη Κοτσιφάκη.
Χρειάστηκε να αναπτυχθούν δύσκολοι αγώνες αυτή την περίοδο για να τεθούν φραγμοί σ' αυτή η καταστροφική πολιτική και ο Θέμης Κοτσιφάκης το γνωρίζει πολύ καλά. Μαζί βρεθήκαμε συχνά σε ακραίες καταστάσεις, όπου η κρατική βία και η καταστολή θέτουν σε δοκιμασία τα όρια της δημοκρατίας, και το ιστορικό γεγονός δεν αποτελεί ένα συνηθισμένο βίωμα, αλλά σωματοποιείται με ανεξίτηλα σημάδια διά βίου.
Σε αυτές τις συνθήκες η αδιάλειπτη καταγραφή και η αμείλικτη κριτική των αρνητικών εξελίξεων από τον Θέμη με τη μορφή άρθρων, επισημάνσεων και σχολίων αποκτά χαρακτηριστικά ιστορικής μαρτυρίας σε μια εξαιρετικά ρευστή και ταραγμένη εκπαιδευτική περίοδο, η οποία πρόκειται να αποτελέσει σημείο αναφοράς στις επόμενες μελέτες για την πρόσφατη ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης. Κάθε κείμενο συνιστά ένα κρίκο στην αλληλουχία των εξελίξεων και συμβάλλει με τον τρόπο του στην κριτική κατανόηση και αποτίμηση των σημαντικών γεγονότων αυτής της περιόδου.
Διατρέχοντας τις σελίδες του βιβλίου διαπιστώνουμε πως ο συγγραφέας ακολουθεί πιστά τη διττή στόχευση που χαρακτήριζε και το προγενέστερο έργο του: Μήνυμα αγωνιστικότητας και σθεναρής αντίστασης απέναντι στην αποδομητική εκπαιδευτική πολιτική που ασκήθηκε επί αρκετά χρόνια σε ένα περιβάλλον μετανεωτερικής βαρβαρότητας. Και συνάμα πίστη και αισιοδοξία για τον κόσμο που έρχεται, για τις πιο όμορφες θάλασσες, που δεν έχουμε ταξιδέψει ακόμα.
Στο τέλος της δεκαετίας που καλύπτει το βιβλίο του Θέμη, σε μια πολύ σύντομη και εξαιρετικά συμπυκνωμένη περίοδο, συμβαίνουν στη χώρα εξελίξεις ανυπολόγιστης ιστορικής σημασίας. Ποια είναι τα διακυβεύματα αυτής της νέας περιόδου; Κι αν πρόκειται να «τριτώσει» το καλό και να μας γράψει ο Θέμης ένα ακόμα βιβλίο σε συνέχεια αυτού, τι θα έχει άραγε να μας επισημάνει σε σχέση με τις νέες συνθήκες;
Είναι γεγονός ότι το βίαιο πέρασμα στη νέα κατάσταση συνιστά μια σημαντική ιστορική τομή. Και, όπως κάθε μεταβατική περίοδος, θέτει σε συνεχή δοκιμασία θεωρίες, δομές, πρακτικές και εργαλεία που είχαν αποβεί αποτελεσματικά στο παρελθόν. Παραμένει ωστόσο, επαρκές αντιστάθμισμα ο προσανατολισμός στις αξίες και τα προτάγματα που χαρακτήριζαν σταθερά και ανεξάρτητα από τη συγκυρία τους αγώνες και τις επιδιώξεις της Αριστεράς. Οι ίδιες αξίες διέπουν και το έργο του Θέμη Κοτσιφάκη.
Αυτά είναι τα εφόδια με τα οποία καλούμαστε να συμμετέχουμε και σήμερα, ακόμα πιο κριτικά, αλλά και ακόμα πιο υπεύθυνα και δημιουργικά, ως συνδημιουργοί και συνεργάτες στη χάραξη της συλλογικής μας πορείας.
Ανάμεσα στους διά βίου αγανακτισμένους, που αρκούνται στη συνεχή κριτική, και τους πρόσφατα επαναπαυμένους, που αναθέτουν σε άλλους τα δύσκολα, μπορούμε να αναζητήσουμε ένα τρίτο δρόμο: της συνεχούς επαγρύπνησης, της έλλογης διορατικότητας, της ανεξάντλητης επινοητικότητας και του αδιάκοπου αγώνα.
Στους επικριτές μας από το βαθύ παρελθόν, που επικαλούνται σε κάθε βήμα τους την επιλεκτικότητα και την κατασκευασμένη «αριστεία» για να νομιμοποιήσουν την παιδεία της υποβάθμισης και των ανισοτήτων, αντιτάσσουμε το δικό μας όραμα: «να γεφυρωθούν τα μπρος με τα πίσω θρανία», σε ένα σχολείο θεμελιωμένο στην ισότητα και την αλληλεγγύη.
Στους βιαστικούς, άσπονδους φίλους μας, που τα θέλουν όλα, και τα θέλουν «εδώ και τώρα», απαντάμε με το εξής ερώτημα: Αν δεν βλέπετε τη διαφορά ανάμεσα στη στασιμότητα ή την οπισθοδρόμηση και στο πρώτο, έστω, δειλό βήμα προς τα εμπρός, πώς θα προβάλετε και θα διεκδικήσετε -κι εμείς μαζί σας- τα επόμενα, ακόμα πιο δύσκολα βήματα;
Δεκαετίες τώρα η εκπαίδευσή μας, μαζί της και συνολικά η ελληνική κοινωνία, βιώνει οδυνηρά μια σισύφεια εναλλαγή μεταρρυθμίσεων και αντιμεταρρυθμίσεων. Προσεγγίζει τις δύο εκατονταετίες η παράδοση των μεταρρυθμίσεων «που δεν έγιναν», των παιδαγωγικών ουτοπιών που "ματαιώθηκαν" πριν τις αγγίξει η πράξη, των μεγάλων προσδοκιών που τελικά διαψεύστηκαν.
Και να που τολμάμε σήμερα να σκεπτόμαστε διαφορετικά. Είναι στο χέρι μας να σχεδιάσουμε και να πραγματώσουμε ένα σχολείο ανοιχτό στην κοινωνία και τις ανάγκες ανάπτυξής της, εφαλτήριο της κοινής προσπάθειας για μια Ελλάδα της προόδου και της δημιουργίας. Ένα δημόσιο σχολείο που δεν θα αποδιώχνει αλλά θα αγκαλιάζει κάθε παιδί, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς.
Με σχολικό πρόγραμμα που το κατευθύνει η ίδια η ζωή και όχι οι ανάγκες της αγοράς· που μορφώνει δημιουργικά και δεν εξετάζει εξοντωτικά.
Με διδακτικές μεθόδους που σέβονται την προσωπικότητα και το ρυθμό ανάπτυξης του παιδιού και δεν το κακομεταχειρίζονται με ύλη και βιβλία που δεν αντιστοιχούν στην ηλικία του.
Με παιδαγωγικές προσεγγίσεις που δεν ταξινομούν και δεν αποκλείουν επιστρατεύοντας «τράπεζες θεμάτων» και συνεχείς εξεταστικές δοκιμασίες, αλλά στηρίζουν το παιδί στις δυσκολίες του και το βοηθούν να αξιοποιήσει κάθε ταλέντο και ικανότητά του.
Με πλούσια σχολική ζωή που δεν διχάζει με το μίσος και το ρατσισμό, αλλά ενώνει με την αλληλεγγύη και την αμοιβαία αποδοχή.
Μπορούμε επιτέλους να πραγματώσουμε την ανατροπή που ταυτόχρονα σχεδιάζει και οικοδομεί, ανοίγει δρόμο στην κοινή δράση, στη συμμετοχή, στη συνεργασία, στην υπευθυνότητα. Το οφείλουμε στις παλιότερες γενιές, που βίωσαν την πικρή ματαίωση ενός τέτοιου ονείρου. Το οφείλουμε σε μας τους ίδιους, που επιτρέψαμε στην ιδιοτέλεια να αποδιώξει την αλληλεγγύη. Μα πάνω απ' όλα το οφείλουμε στις γενιές που έρχονται κατόπι μας, στα παιδιά μας και στα εγγόνια μας. Και θα είναι ένα τέτοιο συλλογικό μας έργο αναγκαία επανόρθωση και ύψιστη δικαίωση.