Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

του Κοτσιφάκη Θέμη, μέλους του ΔΣ της ΟΛΜΕ

Με επίμονο τρόπο η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας προσπαθεί να μας πείσει πως «δεν υπάρχει μνημόνιο στην εκπαίδευση». Δυστυχώς όμως τα κείμενα που υπέγραψε η Ελληνική κυβέρνηση με την τρόικα δηλαδή τα επικαιροποιημένα μνημόνια «3» και «4» άλλα γράφουν. Η κυβέρνηση υπογράφοντάς τα ανέλαβε την ευθύνη να συστήσει μιαν επιτροπή για να προτείνει λύσεις για την ασφυκτικότερη διαχείριση των ήδη ελάχιστων πόρων που διατίθενται για την εκπαίδευση.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με το νέο «Μνημόνιο 3» και στο κεφάλαιο «Δράσεις για την τέταρτη αξιολόγηση» και με τον τίτλο «Αναβάθμιση (!!) του εκπαιδευτικού συστήματος» προβλέπεται πως  « η κυβέρνηση συστήνει μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου  2011, μια ανεξάρτητη ειδική ομάδα εκπαιδευτικής πολιτικής με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση) και της αποτελεσματικότερης χρήσης πόρων»!!
Και όχι μόνο αυτό. Με το μνημόνιο «4» προχωρά ακόμα περισσότερο ο έλεγχος της ελληνικής εκπαίδευσης από την τρόικα και διάφορους αντιδραστικούς διεθνείς οργανισμούς. Πιο συγκεκριμένα στο κείμενο αυτό υπάρχει  η δέσμευση της κυβέρνησης ότι στην ανά τρίμηνο έκθεσή της προς την τρόικα θα πρέπει να δίνει λογαριασμό για το τι έκανε και τι δεν έκανε για την εκπαίδευση. Μέχρι και η ψήφιση νόμου για την ποιότητα της εκπαίδευσης καθώς και για την εφαρμογή του θα ελεγχθεί η κυβέρνηση από την τρόικα!!
Κατά τα λοιπά υποτίθεται πως η εκπαίδευση αποτελεί θέμα των εθνικών κρατών και σύμφωνα με τις αρχές της ΕΕ η συμβολή της είναι μόνο επικουρική. Όταν χρωστάς όμως φαίνεται πως οι  δανειστές θέλουν να τα ελέγχουν όλα. Και την εκπαίδευση. Ίσως  κυρίως την εκπαίδευση. Να μην μορφώνεται ο κόσμος ολιστικά και κοινωνικά και να μαθαίνει να αντιστέκεται στην νεοφιλελεύθερη πολιτική τους. Μόνο δεξιότητες και αποσπασματικές εργαλειακές γνώσεις χρήσιμες για τις τρέχουσες ανάγκες της αγοράς επιδιώκουν να δίνει στη νεολαία το εκπαιδευτικό σύστημα.
Έτσι η ελληνική εκπαίδευση τίθεται ουσιαστικά και τυπικά υπό την κηδεμονία του ΔΝΤ, μιας και θα πρέπει το Υπουργείο Παιδείας να υλοποιεί τις προτάσεις της ειδικής ομάδας και αυτό θα ελέγχεται από την τρόικα!! Έτσι πλέον οι αποφάσεις για τη λειτουργία της εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων θα λαμβάνονται με αυστηρώς λογιστικά κριτήρια έχοντας ως δηλωμένο στόχο το «φτηνό σχολείο». Με το «νέο σχολείο της αγοράς» πρέπει να υπάρξει με κάθε τρόπο εξοικονόμηση κόστους, οικονομίες κλίμακας και αναζήτηση των φθηνότερων λύσεων αδιαφορώντας για τις σοβαρές εκπαιδευτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Και όλα αυτά σε συνδυασμό με τις δραματικά μειωμένες δαπάνες για την παιδεία για το 2011 (2,75 % του ΑΕΠ), οι οποίες και προβλέπεται να μειώνονται συνεχώς.

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΜΕΙΩΣΗ ΔΑΠΑΝΩΝ
Από τις πρώτες επιπτώσεις του μνημονίου στην εκπαίδευση ήταν η απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (2/4431/25-1-2010) να περικόψει κατά 10% τις πιστώσεις του τακτικού προϋπολογισμού του 2010 σε όλα τα Υπουργεία (άρα και του Υπ. Παιδείας κατά 781 εκατ. €, δηλ.  το 10% των 7.808 εκατ. € που ήταν ο συνολικός τακτικός προϋπολογισμός του). Με αυτό τον τρόπο εξαϋλώθηκαν πολύ γρήγορα οι υποσχέσεις και τις εξαγγελίες για χορήγηση ενός επιπλέον δισ. ευρώ για την παιδεία το 2010, που ήταν μια από τις βασικές προεκλογικές εξαγγελίες του ΠΑΣΟΚ.
Με τον προϋπολογισμό του 2011 οι δαπάνες για την παιδεία οδηγούνται σε μείωση ρεκόρ και για πρώτη φορά το ποσοστό τους βρίσκεται κάτω από το 3% του ΑΕΠ  (2,75%, αν αφαιρέσουμε και τις δαπάνες για την έρευνα, την κατάρτιση και τα θρησκεύματα). Έτσι για πρώτη φορά έχουμε μείωση των δαπανών και σε απόλυτες τιμές εκτός από τη μείωση του ποσοστού.
Στην πραγματικότητα όμως οι περικοπές δεν σταμάτησαν εκεί. Ούτε αυτά τα κονδύλια πρόκειται να εκταμιευτούν. Όπως φαίνεται από τα στοιχεία που κατέθεσε πρόσφατα η κυβέρνηση στη Βουλή, επιβάλλεται μια εξωφρενική και απίστευτη μείωση των δημόσιων δαπανών μέσω του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 και έτσι ουσιαστικά ξεθεμελιώνεται  και διαλύεται  η δημόσια εκπαίδευση με τις εντολές της τρόικας (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ),
Έτσι, προγραμματίζεται στο πλαίσιο των συμφωνιών που θα υπογράψει η κυβέρνηση με την τρόικα να συνεχιστεί χωρίς σταματημό η μείωση των δαπανών για την παιδεία, ώστε το 2015 να φτάσει στον παγκόσμιο πάτο.  Όταν οι δαπάνες για τη δημόσια παιδεία φτάσουν, όπως υπολογίζεται, μόλις στο 2,23 % (!!) επί του ΑΕΠ, αντιλαμβανόμαστε πως οι επιπτώσεις στο δημόσιο σχολείο θα είναι δραματικές.
Οι  δαπάνες για την παιδεία μειώνονται, λοιπόν, σταδιακά μέχρι το 2015. Στο 2,23%. Και ας προέβλεπαν, όχι μόνο οι εξαγγελίες της κυβέρνησης,  αλλά και οι δεσμεύσεις  της απέναντι στην ΕΕ, αύξηση μέχρι το 2013 στο 5% επί του ΑΕΠ, να πλησιάσει, δηλαδή, το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ.

Να σημειώσουμε πως τα ποσά αυτά αφορούν προϋπολογισμούς και σενάρια που ούτε κι αυτά μέχρι σήμερα δεν επιβεβαιώνονται. Στην πραγματικότητα, οι δαπάνες θα είναι πολύ λιγότερες (σημ.:Για να είναι συγκρίσιμα τα ποσά, αφαιρέσαμε τις δαπάνες που προστέθηκαν τα τελευταία χρόνια στο Υπουργείο Παιδείας  (Γεν. Γραμματείες Έρευνας-Τεχνολογίας  και Διά Βίου Μάθησης-Κατάρτισης), καθώς και τα κονδύλια που προβλέπονται για τον τομέα των Θρησκευμάτων. Υπολογίζοντας ότι αυτά αποτελούν περίπου το 7 % του προϋπολογισμού τα τελευταία χρόνια, κάναμε ανάλογο υπολογισμό και για τα επόμενα μέχρι το 2015, μια και  δεν υπάρχουν οι αναλυτικοί  προϋπολογισμοί των επόμενων χρόνων).
Η μείωση, λοιπόν, των κρατικών δαπανών από το 2009 μέχρι το 2015 θα είναι της τάξης των 1.436 εκατ. €, δηλ. μείωση κατά 19,2 % (!).
Όπως δε προβλέπεται από το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 για το ΥΠΔΜΘ, «η διαμόρφωση των εξοικονομήσεων στο ύψος των ανωτέρω δαπανών» θα προέλθει από  τη μείωση των δαπανών που αφορούν μισθούς «κατά 541,4 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 10%, λειτουργικές και λοιπές δαπάνες κατά 98,74 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 14,1%, με ιδιαίτερη αναφορά στη μείωση των δαπανών για προμήθειες υλικοτεχνικού εξοπλισμού κατά 39,74 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 49,9% και επιχορήγηση φορέων κατά 22,44 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 4,2%».

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ – ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΕΙΩΝ
Η κυβέρνηση εκμεταλλευόμενη την κρίση και εφαρμόζοντας την πολιτική του μνημονίου, επιδιώκει σαρωτικού χαρακτήρα αντιεκπαιδευτικές αλλαγές με στόχο την περικοπή των δαπανών για την εκπαίδευση, την προώθηση του σχολείου της αγοράς, την εφαρμογή του «Καλλικράτη» και στα σχολεία και τελικά τη διάλυση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας.          
Σ’ αυτά τα πλαίσια προχώρησε ήδη και παρά τις έντονες αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας και αγνοώντας τις τοπικές κοινωνίες, στην υλοποίηση εκτεταμένων συγχωνεύσεων – καταργήσεων δημοτικών, γυμνασίων και λυκείων σε όλη τη χώρα. Στο όνομα του ΔΝΤ, το σχολείο της γειτονιάς ή της κοινότητας καταργείται για να δώσει τη θέση του σε πολυπληθή, απρόσωπα και μαζικά «πολυδύναμα» σχολικά κέντρα. Με τα «πολυδύναμα σχολεία» θα διευκολυνθούν όλα τα σχέδια για το σχολείο στην εποχή του «Καλλικράτη». Είναι φανερό πως εάν υλοποιηθούν αυτά τα σχέδια, το σχολείο της γειτονιάς θα γίνει παρελθόν, χιλιάδες μαθητές και εκπαιδευτικοί θα εξαναγκαστούν σε εξοντωτικές μετακινήσεις. Ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα θα αυξηθεί κατακόρυφα με δραματικές συνέπειες στην ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Όπως η ίδια η κυβέρνηση έχει παραδεχθεί η πολιτική των συγχωνεύσεων και καταργήσεων σχολικών μονάδων θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια. Όπως αναφέρεται και στην έκθεση για το δημόσιο τομέα του τ. αντιπροέδρου της κυβέρνησης κ. Πάγκαλου, αλλά και στις κατευθύνσεις του Υπουργείου Οικονομικών για το ΜΠΔΣ, οι καταργήσεις σχολείων αποτελούν μια από τις κεντρικές πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης και της τρόικας για τη μείωση του δημόσιου τομέα. Στην έκθεση του κ. Πάγκαλου μάλιστα αναφέρεται ότι η μείωση των σχολικών μονάδων θα ξεπεράσει τις 2.000 τα επόμενα χρόνια. Ούτε παιδαγωγικά κριτήρια λοιπόν υπάρχουν, ούτε για εξορθολογισμό κάποιων οριακών περιπτώσεων πρόκειται. 

ΣΧΟΛΙΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ – ΣΧΟΛΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ
Τις μεγάλες περικοπές άρχισαν ήδη να τις βιώνουν εκπαιδευτικοί, γονείς και μαθητές στην καθημερινότητα της λειτουργίας των σχολείων. Μειώθηκαν δραματικά οι επιχορηγήσεις των σχολικών επιτροπών, με αποτέλεσμα την οικονομική ασφυξία του δημόσιου σχολείου και την αδυναμία του να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις καθημερινές ανάγκες του. Οι γονείς όλο και πιο συχνά καλούνται να συμβάλλουν οικονομικά στην αγορά καθημερινών ειδών πρώτης ανάγκης για τη λειτουργία του σχολείου.
Από τη λαίλαπα αυτή, όπως διαφαίνεται και από το πλαίσιο για την «αναβάθμιση» της διοίκησης, δεν θα γλιτώσει καμία σχολική μονάδα, καθώς όλες θα πρέπει να αποδεικνύουν, μέσω της διαδικασίας της "κοινωνικής λογοδοσίας" ότι αξίζουν τα ψίχουλα της κρατικής χρηματοδότησης. Με άλλα λόγια, τα σχολεία θα φορτωθούν ευθύνες τις οποίες εκ των προτέρων δεν μπορούν να αναλάβουν και θα τιμωρηθούν επειδή δεν κατάφεραν αυτό που ήταν γνωστό ότι δεν θα καταφέρουν. Τα σχολεία θα ωθούνται σε ανταγωνιστικές μεταξύ τους σχέσεις και εντέλει θα πρέπει να αναζητούν τους χορηγούς τους για να επιβιώσουν.
Από την άλλη, σταδιακά και μελετημένα το Υπουργείο Παιδείας προχωρεί στην κατάργηση σημαντικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων όπως η Πρόσθετη Διδακτική Στήριξη στα Λύκεια και η ενισχυτική διδασκαλία στα γυμνάσια.
Η ουσιαστική κατάργηση των αθλητικών τάξεων και τα σοβαρά προβλήματα στη μεταφορά των μαθητών, που πλήττουν ιδιαίτερα τα μουσικά και τα καλλιτεχνικά σχολεία, αλλά και αυτά της περιφέρειας και των νησιών, ήταν άλλο ένα πλήγμα στη δημόσια εκπαίδευση τη χρονιά του μνημονίου.
Ακολούθησαν η απόφαση για το κλείσιμο ολοήμερων δημοτικών σχολείων και οι παρεμβάσεις στη διοργάνωση των Πανελλαδικών εξετάσεων. Οι περικοπές εδώ  εμφανίστηκαν με τη μείωση των εξεταστικών κέντρων, την κατάργηση των ειδικών εξεταστικών κέντρων των νυκτερινών σχολείων εξαναγκάζοντας εργαζόμενους μαθητές να εξετάζονται πρωί, τη μείωση των ειδικών εξεταστικών κέντρων στα ΕΠΑΛ εξαναγκάζοντας μαθητές από όλη την Ελλάδα να μετακομίσουν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη κ.λπ.
Ακόμα και η αιφνιδιαστική ρύθμιση για τα δύο, «ισότιμα» κατά το Υπουργείο, απολυτήρια Λυκείου σε αυτή την ανάγκη ανταποκρινόταν στην πολιτική του «Καλλικράτη σε ΑΕΙ-ΑΤΕΙ» (περικοπές δαπανών και μείωση αριθμού εισαγόμενων φοιτητών).

ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ
Παρά τις διακηρύξεις για πολυγλωσσία το Υπουργείο Παιδείας με πρόσφατη και αιφνιδιαστική απόφασή του, υποβαθμίζει περαιτέρω τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών στο Γυμνάσιο. Έχει προηγηθεί ανάλογη υποβάθμισή τους σε Δημοτικό και Λύκειο.
Έτσι, με την αντιπαιδαγωγική αυτή απόφαση, η δεύτερη ξένη γλώσσα δεν αποτελεί πια επιλογή των μαθητών, αφού δεν θα υπάρχει η δυνατότητα να την επιλέγουν σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες, αλλά με βάση την οργανική θέση των εκπαιδευτικών στο συγκεκριμένο σχολείο. Αφαιρείται ένα ουσιαστικό κίνητρο από τους μαθητές και τις μαθήτριες να διδάσκονται τη ξένη γλώσσα που επιθυμούν.
Η εφαρμογή αυτής της απόφασης θα οδηγήσει τους μαθητές σε εξεύρεση ιδιωτικών λύσεων, θα υπονομεύσει τη χορήγηση του πιστοποιητικού επάρκειας στις ξένες γλώσσες από το δημόσιο σχολείο, πριν αυτό καλά-καλά θεσμοθετηθεί, και θα οδηγήσει στη δημιουργία μεγαλύτερων τμημάτων και διαφορετικού επιπέδου γνώσεων στις γλώσσες που θα διδάσκονται. Ουσιαστικά θα υπονομεύσει συνολικά τη διδασκαλία των ξένων γλωσσών στο δημόσιο σχολείο.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ
Με τη νέα μείωση μισθών και συντάξεων των εκπαιδευτικών που προωθείται με το λεγόμενο «ενιαίο μισθολόγιο» στο δημόσιο και το ΜΠΔΣ (μεσοπρόθεσμο) οι εκπαιδευτικοί θα χάσουν ακόμα ένα μεγάλο μέρος του μισθού τους, που θα προστεθεί στις περικοπές των μισθών που έγινε το 2010 με τα πρώτα μνημονιακά μέτρα. Η μεγάλη μείωση των μισθών, η σύνδεση του μισθού των εκπαιδευτικών με την παραγωγικότητα (;;), η γήρανση του εκπαιδευτικού δυναμικού ως αποτέλεσμα της αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, οι υποχρεωτικές μετακινήσεις, η αύξηση του ωραρίου, ο εκπαιδευτικός «ντελίβερι» που συμπληρώνει ωράριο σε πολλά σχολεία, η διαφαινόμενη τελικά συνολική ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, θα έχουν σημαντική αρνητική επίπτωση στην ποιότητα της εκπαίδευσης, μιας και οι συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών είναι συγχρόνως και συνθήκες μάθησης των μαθητών.
Από την άλλη, εκατοντάδες οργανικές θέσεις εκπαιδευτικών απειλούνται με κατάργηση, όπως αυτές των εκπαιδευτικών ξένων γλωσσών, πληροφορικής, κοινωνιολογίας αλλά και της ΤΕΕ. Ουσιαστικά οι εκπαιδευτικοί διαφόρων ειδικοτήτων  απειλούνται με εργασιακή περιπλάνηση σε όλη την χώρα, με το φάντασμα της απόλυσης να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους.
Παρατηρείται επίσης συνεχής μείωση του αριθμού των εκπαιδευτικών, με τη δραματική μείωση των προσλήψεων που έφερε το μνημόνιο αλλά και με την εξώθηση μεγάλου αριθμού εκπαιδευτικών στη σύνταξη με τη διαρκή επιδείνωση των όρων χορήγησής της. Υπολογίζεται έτσι ότι θα μειωθεί κατά 25% τα επόμενα χρόνια ο αριθμός των εκπαιδευτικών. Ήδη η εκπαίδευση, ενώ αρχικά είχε εξαιρεθεί τυπικά από το περιορισμό των προσλήψεων στο δημόσιο, εντάχθηκε στην αναλογία 1:5, που έγινε ήδη 1:10. Αποδεικνύεται, και από αυτό, πως ο πραγματικός λόγος που το Υπ. Παιδείας προώθησε την αλλαγή του συστήματος προσλήψεων είναι  η δραματική μείωση των διορισμών μονίμων εκπαιδευτικών τα αμέσως επόμενα χρόνια.
Οι επιπτώσεις των περικοπών αυτών θα είναι: περισσότερα κενά στα σχολεία, μεγάλη αύξηση των προσλήψεων ωρομισθίων, πίεση στα σχολεία για δημιουργία τμημάτων αυστηρά με 30 μαθητές και αυξήσεις στο ωράριο των μονίμων εκπαιδευτικών.

ΚΑΤΑΣΠΑΤΑΛΗΣΗ ΚΟΝΔΥΛΙΩΝ
Την ίδια ώρα που γίνονται αυτές οι περικοπές συνεχίζεται η διάθεση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ για κατευθύνσεις που τίποτε θετικό δεν θα προσφέρουν στην εκπαίδευση. Όπως έχουμε ήδη καταγγείλει, είναι πρόκληση τα προγράμματα λιτότητας να επιβάλλονται το ένα μετά το άλλο, οι περικοπές στη δημόσια εκπαίδευση να μην έχουν τέλος και, για παράδειγμα, σαράντα τρία εκατομμύρια (43 εκ.) € να δίνονται απλόχερα για την «ενίσχυση της ποιότητας της διαχείρισης» και τη «δημοσιότητα» και την «πληροφόρηση»!!. (9, 5 εκ. € για το Σύμβουλο δημοσιότητας, 4 εκ. € για υπηρεσίες δημοσιότητας, προβολής και πληροφόρησης και 12 εκ. € για τις υπηρεσίες συμβούλου υποστήριξης είναι κάποια τρανταχτά παραδείγματα πρωτοφανούς σπατάλης).
Άμεσα απαιτείται να γίνει αναπροσανατολισμός των κονδυλίων του προγράμματος αυτού με στόχο όλη η χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ να κατευθυνθεί στις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Στο πλαίσιο του μνημονίου και για να είναι πλήρης η παράδοση της εκπαίδευσης της χώρας μας στους διεθνείς οργανισμούς και κυρίως στο ΔΝΤ,  η κυβέρνηση επέλεξε, σε συνεργασία μαζί τους, τον ΟΟΣΑ για να του αναθέσει την έκθεση «για την αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα της  Ελληνικής δημόσιας εκπαίδευσης». Και για όποιον δεν έχει ακόμη αντιληφθεί τι θα σημάνει η υιοθέτηση από την κυβέρνηση των συστάσεων του ΟΟΣΑ, ας δούμε τις εκτιμήσεις της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Εκπαιδευτικών (Education International-Ε.Ι.) για τη φετινή έκθεση του ΟΟΣΑ, με τίτλο «Η εκπαίδευση με μια ματιά 2010». Αναφέρει λοιπόν η Ε.Ι. πως «ο ΟΟΣΑ υποστηρίζει μια πιο αποδοτική δαπάνη και επιπρόσθετα ενδυνάμωση των μηχανισμών της αγοράς στη δημόσια εκπαίδευση, ακόμη και μετά από αρκετά χρόνια οδυνηρών συνεπειών της οικονομικής κρίσης, που προκάλεσαν οι αχαλίνωτες αγορές». Αυτές οι πολιτικές που συστήνει ο ΟΟΣΑ, αναφέρει η Ε.Ι.,  «είχαν ως αποτέλεσμα τις περικοπές στον προϋπολογισμό για την εκπαίδευση» (το βιώνουμε και στην Ελλάδα έντονα με το 2,75% επί του ΑΕΠ για την παιδεία), «το κλείσιμο σχολείων» (που ζούμε και στην εκπαίδευσή μας αυτό το διάστημα, με την κα Διαμαντοπούλου να προσπαθεί να μας πείσει για τα «παιδαγωγικά» κριτήρια των συγχωνεύσεων-καταργήσεων σχολείων), και τέλος, όπως αναφέρει η Ε.Ι., «τις απολύσεις εκπαιδευτικών». 
Μπροστά σε αυτή τη δραματική κατάσταση, μόνο η ενωτική δράση όλων των εκπαιδευτικών, γονιών και μαθητών μπορεί να αποτρέψει τα χειρότερα. Και αυτό είναι που φοβούνται.  Θα δουλέψουμε όλοι προς σε αυτή την κατεύθυνση;

Αθήνα 26-6-11

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου